Η μέθοδος διδασκαλίας που εξετάζουμε απαιτεί να είναι ο εκπαιδευτικός όσο το δυνατόν πιο αφανής, και όχι επαγγελματίας δάσκαλος, αυτός δηλαδή που καθορίζει την διδασκαλία, κάνει ομιλίες, δίνει πληροφορίες και οδηγίες, επιβεβαιώνει, διορθώνει και ρωτά. Μ' αυτά, λοιπόν, αποτελεί το βασικό πρόσωπο της διδακτικής διαδικασίας, τον κύριο παράγοντα που ορίζει τι μπορεί να γίνει. Αυτό συμβαίνει κυρίως στην παραδοσιακά οργανωμένη διδασκαλία. Το project, αντιθέτως, απαιτεί να μην είναι ο εκπαιδευτικός το βασικό πρόσωπο της διδακτικής διαδικασίας. Τα νέα, λοιπόν, γνωρίσματα του δασκάλου διαχωρίζονται στην : α) δράση από το παρασκήνιο, β) στην παροχή βοήθειας (όταν είναι απαραίτητη), γ) στην συμμετοχή με ίσους όρους και δ) στην υπομονή και όχι στην παρέμβαση. Όσον αφορά την δράση από το παρασκήνιο, ο δάσκαλος πρέπει να καθοδηγεί και να κατευθύνει το πρόγραμμα των παιδιών και να παρεμβαίνει μόνο όταν οι μαθητές χρειάζονται βοήθεια. Επίσης, ο δάσκαλος θα πρέπει να εργάζεται και να δημιουργεί εκείνες τις προϋποθέσεις που θα του δίνουν την ευκαιρία να αποσύρετε από το προσκήνιο των διαδικασιών.
Έχουμε να επισημάνουμε παράλληλα, ότι ο εκπαιδευτικός δεν είναι μια αθέατη φιγούρα, ούτε όμως και ο απομηχανής Θεός που δίνει λύσεις στα προβλήματα αλλά είναι πάντοτε παρών και βοηθάει όταν τεθεί επείγουσα ανάγκη. Ακόμη, πρέπει ο εκπαιδευτικός να περιοριστεί στην παρατήρηση και σε χαλαρό προφίλ διδασκαλίας. Ένας τέτοιος διδάσκον επιτρέπετε να καθοδηγεί προσεκτικά και τις δικές του πρωτοβουλίες, εφόσον βέβαια κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο. Ωστόσο, σχετικά με το τρίτο μέρος την <<συμμετοχή με όρους>> έχει την δυνατότητα και ο δάσκαλος να εισχωρήσει στην ομάδα και να δράσει όπως και τα υπόλοιπα μέλη. Αλλά, δεν χρειάζεται να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο επαγγελματίας δάσκαλος, έτσι όπως τον έχουμε μάθει δεν τους αφήνει και τόσο εύκολα να τον αποδεχτούν ως όμοιο τους. Τέλος ο τέταρτος και τελευταίος ρόλος του δασκάλου είναι να έχει υπομονή όπου ακόμη και όταν επιτηρεί, απλώς ελέγχει την κατάσταση και έχει την πεποίθηση ότι είναι αποτελεσματικός και παραγωγικός. Όμως, αν κάποιος προσπαθήσει να διεξάγει ένα project πιστεύοντας ότι ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι αυτονόητος, θα συναντήσει ποικίλες δυσκολίες. Δηλαδή, ο εκπαιδευτικός δεν αφήνει στην πράξη ποτέ τον ρόλο και την συνήθεια του καθοδηγητή, αγωνιά αν καταφέρει να βρεθεί αντάξιος του ρόλου του και αν το κατορθώσει τότε επιβεβαιώνει την αξία του εαυτού του.
Από την άλλη, ο δάσκαλος παύει να είναι ο μεταλαμπαδευτής ιδεών και παράλληλα ελεγκτής της αποδοχής τους για τα οποία χρειάζεται να δώσει την ευκαιρία στα παιδιά να κάνουν τις δικές τους παρεμβάσεις, προσεγγίσεις και αναλύσεις αντί να προσπαθεί να αποκαλύψει τρόπους να τους τα επιβάλλει. Το βάρος των ενεργειών του, μεταφέρεται στη δράση του ως συντονιστεί στην επικοινωνιακή διδασκαλία ως βοηθού στις αναζητήσεις και στις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν τα παιδιά ως σύμμαχο στην προσπάθεια να ανεξαρτητοποιηθούν. Παρ' όλα αυτά, ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να κατανοεί άριστα τα συμβάντα γύρω του και την σύγχρονη εποχή που διανύει, έτσι ώστε να μπορεί να τοποθετηθεί σε κάθε σύγχρονο θέμα και ουσιαστικά να κατανοεί και να σέβεται πλήρως την νέα γενιά και τους προβληματισμούς της. Τέλος, είναι αναγκαίο να τονίσουμε ότι από μέρους του δασκάλου χρειάζεται να επιβλέπει και να παρακινεί την ομάδα για δράση, και με όλη αυτή την διαδικασία να βγαίνει περισσότερο <<μορφωμένος>> και ο ίδιος εκτός από τους συμμετέχοντες.
Έχουμε να επισημάνουμε παράλληλα, ότι ο εκπαιδευτικός δεν είναι μια αθέατη φιγούρα, ούτε όμως και ο απομηχανής Θεός που δίνει λύσεις στα προβλήματα αλλά είναι πάντοτε παρών και βοηθάει όταν τεθεί επείγουσα ανάγκη. Ακόμη, πρέπει ο εκπαιδευτικός να περιοριστεί στην παρατήρηση και σε χαλαρό προφίλ διδασκαλίας. Ένας τέτοιος διδάσκον επιτρέπετε να καθοδηγεί προσεκτικά και τις δικές του πρωτοβουλίες, εφόσον βέβαια κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο. Ωστόσο, σχετικά με το τρίτο μέρος την <<συμμετοχή με όρους>> έχει την δυνατότητα και ο δάσκαλος να εισχωρήσει στην ομάδα και να δράσει όπως και τα υπόλοιπα μέλη. Αλλά, δεν χρειάζεται να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο επαγγελματίας δάσκαλος, έτσι όπως τον έχουμε μάθει δεν τους αφήνει και τόσο εύκολα να τον αποδεχτούν ως όμοιο τους. Τέλος ο τέταρτος και τελευταίος ρόλος του δασκάλου είναι να έχει υπομονή όπου ακόμη και όταν επιτηρεί, απλώς ελέγχει την κατάσταση και έχει την πεποίθηση ότι είναι αποτελεσματικός και παραγωγικός. Όμως, αν κάποιος προσπαθήσει να διεξάγει ένα project πιστεύοντας ότι ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι αυτονόητος, θα συναντήσει ποικίλες δυσκολίες. Δηλαδή, ο εκπαιδευτικός δεν αφήνει στην πράξη ποτέ τον ρόλο και την συνήθεια του καθοδηγητή, αγωνιά αν καταφέρει να βρεθεί αντάξιος του ρόλου του και αν το κατορθώσει τότε επιβεβαιώνει την αξία του εαυτού του.
Από την άλλη, ο δάσκαλος παύει να είναι ο μεταλαμπαδευτής ιδεών και παράλληλα ελεγκτής της αποδοχής τους για τα οποία χρειάζεται να δώσει την ευκαιρία στα παιδιά να κάνουν τις δικές τους παρεμβάσεις, προσεγγίσεις και αναλύσεις αντί να προσπαθεί να αποκαλύψει τρόπους να τους τα επιβάλλει. Το βάρος των ενεργειών του, μεταφέρεται στη δράση του ως συντονιστεί στην επικοινωνιακή διδασκαλία ως βοηθού στις αναζητήσεις και στις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν τα παιδιά ως σύμμαχο στην προσπάθεια να ανεξαρτητοποιηθούν. Παρ' όλα αυτά, ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να κατανοεί άριστα τα συμβάντα γύρω του και την σύγχρονη εποχή που διανύει, έτσι ώστε να μπορεί να τοποθετηθεί σε κάθε σύγχρονο θέμα και ουσιαστικά να κατανοεί και να σέβεται πλήρως την νέα γενιά και τους προβληματισμούς της. Τέλος, είναι αναγκαίο να τονίσουμε ότι από μέρους του δασκάλου χρειάζεται να επιβλέπει και να παρακινεί την ομάδα για δράση, και με όλη αυτή την διαδικασία να βγαίνει περισσότερο <<μορφωμένος>> και ο ίδιος εκτός από τους συμμετέχοντες.